- μυκόνιος
- Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών από τη Νάξο.
1. Νικόλαος (1803 - 1890). Αρχικά κατατάχθηκε στο ναυτικό και πήρε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις στη θάλασσα κάτω από τις διαταγές του Α. Μιαούλη και του Νικόδημου. Το 1825 εντάχθηκε στον τακτικό στρατό και υπηρέτησε στο τάγμα του άλλου συνταγματάρχη Φαβιέρου. Πολέμησε σε διάφορες μάχες, αλλά διακρίθηκε ιδιαίτερα σης πολεμικές επιχειρήσεις γύρω από την Ακρόπολη της Αθήνας και στην εκστρατεία της Χίου. Στην τελευταία αυτή επιχείρηση έσωσε από βέβαιη καταστροφή το αποκλεισμένο στο νησί εκστρατευτικό σώμα, όταν κολυμπώντας με χειμωνιάτικο καιρό και φοβερή τρικυμία, κατόρθωσε να φτάσει έπειτα από τρεις ώρες σε ένα ερημικό νησί και να ειδοποιήσει τα αραγμένα εκεί ψαράδικα, που παρέλαβαν τον ίδιο και τους συμπολεμιστές του. Το κατόρθωμα αυτό έκανε τον Μ. γνωστό και στους φιλελληνικούς κύκλους της Ευρώπης. Μάλιστα το δημοτικό συμβούλιο της βαυαρικής πόλης Ιένας τον τίμησε, ονομάζοντας έναν δρόμο της πόλης με το όνομά του.
2. Ελευθέριος (19ος-20ός αι.). Στρατιωτικός στο επάγγελμα, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912 - 13 και στον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, στη διάρκεια του οποίου οργάνωσε και διοίκησε την πρώτη αντιαεροπορική άμυνα της Αθήνας και του Πειραιά. Πήρε επίσης μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία και πολέμησε σε όλη τη διάρκεια της. Αναμείχθηκε και στην πολιτική και εξελέγη έξι φορές βουλευτής Κυκλάδων.
3. Τιμολέων (20ός αι.). Σπούδασε πολιτικός μηχανικός, αλλά αφοσιώθηκε στο στρατιωτικό επάγγελμα. Διετέλεσε καθηγητής της στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων και ως πρόεδρος ειδικής επιτροπής ασχολήθηκε με τη σύνταξη των Κανονισμών βολής των ταχυβόλων πυροβόλων Scnheider. Σκοτώθηκε στο B’ Παγκόσμιο πόλεμο, όταν το υποβρύχιο «Κατσώνης» στο οποίο υπηρετούσε, βυθίστηκε από γερμανικό πολεμικό σκάφος.
Με το ίδιο επώνυμο αναφέρονται και άλλα πρόσωπα, τα οποία διακρίθηκαν ως στρατιωτικοί.
* * *-α, -ο (Α μυκόνιος, -ία, -ον) [Μύκονος]1. αυτός που προέρχεται από τη νήσο Μύκονο2. (το αρσ. και το θηλ. ως κύριο όν.) ο Μυκόνιος, η Μυκονίααυτός που κατάγεται από τη Μύκονο ή ο κάτοικος τής Μυκόνουαρχ.παροιμ. «Μυκόνιος γείτων» — κακός γείτονας.
Dictionary of Greek. 2013.